ArtArchitectureDesignPhotoFashion

 

 

YANNIS KASTRITSIS, Painter

                       

                  

Please click on the images to view them in bigger size. Copyright art and photos © 2001-2013 Yannis Kastritsis

 

 

Γιάννης Καστρίτσης

ΣΕ ΕΝΕΣΤΩΤΑ ΧΡΟΝΟ 16.05.2012

Αρχίζω από εκεί που κάτι χάθηκε…Θέλω να πηγαινοέρχομαι ακόμα και μέσα στο ίδιο έργο από το συγκεκριμένο στο αφαιρετικό και να συμπαρασύρω, και το θεατή σε αυτό το ταξίδι.

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΧΡΗΣΤΟΣ Ν. ΘΕΟΦΙΛΗΣ

Η ενασχόληση μου με τις τέχνες δεν ήταν μια προδιαγεγραμμένη πορεία, προέκυψε μέσα από την ίδια την ζωή και τις συμπτώσεις της. Μεγαλώνοντας σε ένα χωριό είχα όλα τα θετικά αλλά και τα αρνητικά που προέκυπταν από το περιβάλλον αυτό. Εκ των υστέρων, εκτιμώ ως σημαντικό το γεγονός ότι ως παιδί είχα την τύχη να έχω αρκετό προσωπικό χρόνο για να ασχοληθώ παράλληλα με τον καθημερινό πρακτικό βίο και με δραστηριότητες μη πρακτικές.

Από πολύ μικρός αρχίζω να κατασκευάζω πράγματα όχι άμεσα χρηστικά και πρώτα από όλα τα παιγνίδια μου. Έτσι αποκτώ σύντομα μια κατασκευαστική δεξιότητα την οποία θα συναντήσω αργότερα και θα μου φανεί ιδιαιτέρα χρήσιμη στις διάφορες εκφάνσεις της στη ζωγραφική και τη γλυπτική. Αυτή η ιδιαίτερη σχέση σωματικότητας με τον υλικό κόσμο -τον κόσμο των πραγμάτων- είναι μια κληρονομιά ιδιαιτέρα σημαντική για μένα και την κουβαλάω αλώβητη από τότε.

Επιπλέον, αυτή η πρώιμη συνάντηση με το φυσικό, το άμορφο καθώς και η φανερή υπεροχή του σε έναν κόσμο ακόμη πρωτόλειο και μη τεχνοκρατούμενο, όπου ο άνθρωπος αναμετράται κάθε μέρα με την φύση και μαθαίνει τα όρια και τον εαυτό του, θα με ακολουθεί και θα διατρέχει το έργο μου . Είναι στοιχεία που εισχωρούν σχεδόν ασυνείδητα στο έργο μου. Άλλωστε, ποτέ δεν πίστεψα στα εντυπωσιακά θέματα και τις πομπώδεις ιδέες. Το ζητούμενο στην τέχνη είναι να μπορεί να μεταμορφώνει, να μεταπλάθει το απλό, το περιφερειακό, το ασήμαντο σε ουσιώδες και να μην κρύβει την γύμνια της πίσω από φτιασιδώματα και βαρύγδουπες ιδέες.

Η φωτογραφία θα παίξει σημαντικό ρόλο στην δουλειά μου, όταν στο Λύκειο αποκτώ τον πρώτο μου φωτογραφικό εκτυπωτή και αρχίζω να εμφανίζω και να τυπώνω τις δικές μου φωτογραφίες. Από τότε η φωτογραφία θα παίζει πότε αυτόνομο και πότε συμπληρωματικό ρόλο στη δουλειά μου.

Αργότερα, σαν φοιτητής στην Σχολή Καλών Τεχνών της Θεσσαλονίκης, στο εργαστήριο του Βαγγέλη Δημητρέα -ένας άνθρωπος με γνώση και ήθος- ανακαλύπτω ουσιαστικά την ζωγραφική και διδάσκομαι όχι μόνο το τεχνικό της μέρος αλλά και την κριτική ματιά που θα πρέπει να διέπει την τέχνη και τον καλλιτέχνη. Διδάσκομαι πώς το ατομικό, το βιωματικό μπορεί να συναντήσει το καθολικό. Πώς η Τέχνη, για να διαφυλάξει την καλλιτεχνική και κριτική της δύναμη και μην καθίσταται χειραγωγήσιμη, θα πρέπει να ενδιαφέρεται όχι μόνο για το περιεχόμενό της αλλά και για την αξιοπιστία της μορφής της. Να σέβεται δηλαδή το μέσον της.

Μετά την αποφοίτηση μου από την Σχολή, βρίσκομαι στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα του Brooklyn College της Νέας Υόρκης. Η περίοδος αυτή υπήρξε ιδιαιτέρα γόνιμη και χρήσιμη για τη δουλειά μου. Ακούω καινούριες απόψεις και βλέπω πολύ Ζωγραφική. Επιστρέφοντας, έχοντας στις αποσκευές μου όλον αυτό τον πλούτο των εικόνων, προσπαθώ να «χτίσω» την δική μου γλώσσα. Έτσι, βασίζομαι κυρίως στις βιωματικές μου εμπειρίες και αφήνω τις όποιες επιρροές κρυμμένες σε ένα δεύτερο επίπεδο ανάγνωσης. Επιμένω στην ανάγκη της μορφοποίησης και του διαλόγου της τέχνης με το παρελθόν της, με την λογική περισσότερο του μοντερνισμού, παρά των διαφόρων εκδοχών μεταμοντερνισμού που προτάσσουν κυρίως την πρόθεση του καλλιτέχνη, εις βάρος της καλλιτεχνικής μορφής.

Στα πρώτα μου έργα απουσιάζει η ανθρώπινη μορφή, ενώ κυριαρχούν οι χώροι, βιωμένοι - αυθύπαρκτοι στους οποίους υπονοείται η ανθρώπινη παρουσία. Αργότερα, χώρος και ανθρώπινη μορφή θα γίνουν πρωταγωνιστές σε έναν ισότιμο διάλογο.

Η γλώσσα που χρησιμοποιώ ποικίλει. Άλλοτε γίνεται πιο συγκεκριμένη, πιο παραστατική και άλλοτε χάνεται προς την αφαίρεση, στην υπόμνηση γεγονότων και καταστάσεων. Γίνεται πότε χειρονομιακή και πότε οργανωμένη. Τα υλικά μου λάδια, χαρτιά, μεικτά μέσα. Αργότερα, αρχίζω να πελεκάω ξύλα φτιάχνοντας ζώα και ανθρώπους περισσότερο με τον τρόπο του λαϊκού μάστορα παρά του γλύπτη. Αρέσκομαι στο να πηγαινοέρχομαι ακόμα και μέσα στο ίδιο έργο από το συγκεκριμένο στο αφαιρετικό και να συμπαρασύρω, αν είναι δυνατόν, και το θεατή σε αυτό το ταξίδι.

Κατασκευάζοντας ο ίδιος τα περισσότερα υλικά μου, έχω μάθει ότι πρέπει να τα σέβομαι, καθώς έχουν την δική τους αυτονομία, είναι μη χειραγωγήσιμα και η όποια εκφραστική τους δύναμη βρίσκεται ακριβώς μέσα στην αυτονομία τους. Φτιάχνω κάρβουνα, χρώματα, πλάθω ύλες προσπαθώντας να υπερβώ και να ξαναπλάσω από την αρχή κατά κάποιο τρόπο τον κόσμο, να επιχειρήσω δηλαδή, να συλλάβω αυτό που διαρκώς μας διαφεύγει, αυτό που ο Λόγος αδυνατεί να περιγράψει και να φτάσω σε αυτό το προ-λογικό στάδιο που, ίσως, μόνο η εικαστική μορφοποίηση μπορεί να συλλάβει. Αρχίσω από εκεί που κάτι χάθηκε…

Ανασυντάσσω έναν διαφορετικό κόσμο, αντίθετο στην αισθητική της επίπλαστης ωραιοποίησης. Έναν κόσμο που φθίνει, τον κόσμο των εικόνων. Εν τέλει, αναδεικνύω την δύναμη της ίδιας της πρωτογενούς Εικόνας. Επιχειρώ να τη συναντήσω στο ξεκίνημα της , πριν ακόμα της δώσουμε όνομα και χαθεί ή ξεχαστεί μέσα στα άλλα πράγματα όπως αναφέρει ο Paul Valery. Έτσι προκύπτουν οι σειρές έργων: Ο Διονύσιος εκ Φουρνά και άλλες Ιστορίες, Ο κόσμος των πραγμάτων, Στη μεγάλη λακκούβα , Ο άνθρωπος και ο ίσκιος του και η Αμφιβολία του Σεζάν. Όλα πραγματεύονται την ίδια αγωνία. Την αγωνία της καλλιτεχνικής πράξης, την περιπέτεια της απεικόνισης, την απόπειρα να μιλήσουμε για ό, τι δεν λέγεται.

Αυτή την περίοδο, προετοιμάζομαι για μια μεγάλη έκθεση που θα πραγματοποιηθεί στο Βυζαντινό Μουσείο της Αθήνας μέσα στο 2013 και πραγματεύεται την σχέση του έργου μου με τη Βυζαντινή παράδοση. Μια σχέση όχι άμεση αλλά υπαινικτική, που την ξεκίνησα στα πρώτα στάδια της καλλιτεχνικής πορείας (Τυχαία συνάντηση με τον Διονύσιο εκ΄ Φουρνά και άλλες Ιστορίες).

_____________________________________

Η τέχνη ως θύλακας αντίστασης

(απο τον κατάλογο της έκθεσης αποφοίτων στο Μουσείο Σύγχρονης Τέεχνης της Φλώρινας) 2010

Η πιο σημαντική και κρίσιμη στιγμή για μια νεοσύστατη σχολή είναι όταν δίνει τα πρώτα πτυχία της και παρουσιάζει το ιδιαίτερο στίγμα της. Οι πρώτοι απόφοιτοι είχαν αφενός την ατυχία να προχωρούν μόνοι, σχεδόν σε συνθήκες κενού, εφόσον δεν προηγούνταν κάποιοι, ώστε να ακολουθήσουν το παράδειγμά τους, και αφετέρου είχαν την τύχη να είναι αυτοί που θα διανοίξουν το δρόμο προς μια άγνωστη και πρωτόγνωρη περιοχή.

Ως υπεύθυνος του Β΄ Εργαστηρίου Ζωγραφικής αλλά και ως ζωγράφος αισθάνομαι βαριά την ευθύνη να κατευθύνω τους φοιτητές. Θα πρέπει να τονίσω όμως ότι πίσω από τις πτυχιακές εργασίες των φοιτητών δεν βρίσκονται μόνο οι υπεύθυνοι των εργαστηρίων αλλά το σύνολο των διδασκόντων στο τμήμα, που κάτω από δύσκολες συνθήκες πολλές φορές ο καθένας τους έχει συμβάλει με τον τρόπο του και την ιδιαιτερότητά του.

Η ζωγραφική στις διάφορες εκφάνσεις της αποτελεί βασική κατεύθυνση στο εργαστήριο, μια και θεωρώ ότι κανείς δεν μπορεί επί της ουσίας να καλύπτει εκπαιδευτικά τις ιδιαιτερότητες από όλο το φάσμα των εικαστικών τεχνών. Με το παραπάνω σκεπτικό και με την λογική ότι υπάρχει ακόμη διδακτικό αντικείμενο, δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στις βασικές αρχές της ζωγραφικής, στην πολύπλευρη διερεύνηση των υλικών, έτσι ώστε οι σπουδαστές να κατακτήσουν τις τεχνικές δεξιότητες και τον απαιτούμενο αισθητικό προβληματισμό, ώστε να διευρύνουν τον ορίζοντα των μορφοπλαστικών δυνατοτήτων τους. Μια διδασκαλία-ζωγραφική, αποκομμένη από το αντικείμενό της χάνει όχι μόνο την αυτονομία της αλλά και την ίδια την κριτική της δύναμη και καθίσταται χειραγωγήσιμη.

Αντιμετωπίζω την εκπαιδευτική διδασκαλία ως μια κατ’ αναλογία διδασκαλία, δηλαδή προσπαθώ να διδάσκω κάτι το οποίο ο φοιτητής καλείται να μεταπλάσει αργότερα σε κάτι διαφορετικό σύμφωνα με τα δικά του δεδομένα.

Η ένταξη και η μελέτη του φυσικού περιβάλλοντος της περιοχής στην εκπαιδευτική διαδικασία ενθαρρύνεται από το εργαστήριο. Σε εποχές έκπτωσης του φυσικού, υπέρμετρης λατρείας της τεχνολογίας, άκριτης υιοθέτησης ενός γενικευμένου ανώδυνου και άχρωμου ύφους η ενασχόληση με το πρωτογενές, το φυσικό ίσως μπορούσε να επαναπροσδιορίσει, να επανασυνδέσει την χαμένη σχέση ανθρώπου-φύσης και να δώσει καινούριες προοπτικές. Μέσα από παρουσιάσεις, κριτικές αναγνώσεις καλλιτεχνικών έργων και με μια διάθεση ιστορικότητας επιχειρήσαμε να αντικρύσουμε το παρόν. Η τέχνη μόνο σε γόνιμο διάλογο με το παρελθόν της μπορεί να εκφράζει το παρόν και να οραματίζεται το μέλλον της. Αυτό που συζητούσαμε με τα παιδιά στο εργαστήριο ήταν όχι τόσο το τι θα κάνουν, αλλά κατά πόσον θα μπορούσαν να αποφύγουν τις εύκολες λύσεις, τους πρόσκαιρους εντυπωσιασμούς, τις επίπλαστες ωραιοποιήσεις. Πώς να διαφυλάξουν την προσωπική τους αλήθεια, κρατώντας ταυτόχρονα μια κριτική ματιά σε ότι μας περιβάλλει, ειδικά στις μέρες μας που οι τέχνες ωθούνται στο περιθώριο και αρκούνται σε ένα δευτερεύοντα συνοδευτικό ρόλο στη ζωή μας.

Σε μια εποχή που η πρόσκαιρη αποδοχή και το κυνήγι της καριέρας έχουν αντικαταστήσει τον ουσιαστικό καλλιτεχνικό λόγο και παραμένουν πολλές φορές μοναδική επιδίωξη, η τέχνη και κατ’ επέκταση η διδασκαλία αναλαμβάνουν τον ρόλο της διάσωσης από μια διαρκώς αυξανόμενη εκπραγμάτιση της τέχνης αλλά και της ίδιας της ζωής. Ιδιαίτερα σήμερα που όλα μεταφράζονται σε μετρήσιμα και υπολογίσιμα μεγέθη, η τέχνη, η διδασκαλία της τέχνης οφείλει να διαφυλάττει αυτό που διαρκώς της αφαιρούν, αυτό που οικειοποιούνται άκριτα χωρίς να τους ανήκει. Μόνο έτσι μπορεί να εκφράσει δημιουργικά το παρόν της, αλλά να διασφαλίζει και το μέλλον της.

Η τέχνη ως μορφή της πραγματικότητας, μιας πραγματικότητας που υποτίθεται ότι αποδέχεται τα πάντα μέσα από μια επιδερμική, ανώδυνη και αβαθή πολλές φορές πολυπολιτισμικότητα, οφείλει να είναι ιδιαίτερα υποψιασμένη και κριτική ως προς τις προθέσεις αποδοχής της.

Κάτω από συνθήκες ακραίου εθελοντισμού, αλλά με πολύ θέληση, σε ένα χωριό, την Πρώτη Φλώρινας, και στο παλιό Δημοτικό Σχολείο του χωριού, όπου στεγάζεται το Β΄ εργαστήριο, οι πρώτοι απόφοιτοι αποπειράθηκαν να αρθρώσουν τον πρώτο καλλιτεχνικό τους λόγο. Τα αποτελέσματα πιστεύω ότι είναι ιδιαίτερα και ενθαρρυντικά μια και ο κάθε φοιτητής κινήθηκε σε προσωπικούς δρόμους και έθεσε τις βάσεις της μελλοντικής του δουλειάς. Τους εύχομαι καλή συνέχεια και να κρατήσουν την φρεσκάδα της ματιάς τους. Θα πρέπει να γνωρίζουν ότι ο ουσιαστικός καλλιτεχνικός λόγος πάντα θα προσκρούει στην αλλοτριωμένη πραγματικότητα και ότι ο καλλιτεχνικός δρόμος είναι μακρύς και δύσβατος αλλά μέσα από αυτόν χτίζει κανείς την προσωπικότητά του και την σχέση του με την κοινωνία. Αν έχουν απομείνει κάποια ψήγματα ελευθερίας και αναζητούμε ακόμη το αληθινό περιεχόμενο των πραγμάτων τότε σίγουρα ο χώρος της τέχνης μπορεί να είναι το τελευταίο καταφύγιο αλλά και φωτεινό παράδειγμα.

Γιάννης Καστρίτσης, Διδάσκων ΠΔ 407, Υπεύθυνος 2ου ΄Εργαστηρίου Ζωγραφικής

____________________________

Art as a pocket of resistance

The most important and critical moment for a newly established school is when it gives out its first degrees and presents its personal (special) mark. The first graduates were both unfortunate enough to go alone, almost in a state of a void, since they weren’t preceded by others to follow their example, and also had the good fortune to be the ones to pave the path towards an unknown and unfamiliar area.

As the overseeing instructor of the 2nd Workshop of Painting and as an artist I feel like having the great responsibility to direct students. I must stress however, that behind the theses of the students are not only the managers of the workshops but all of the teachers in the department, that under difficult circumstances each of them has contributed many times in their own way and specificity. Painting on its various aspects is a key direction in the workshop, since I believe nobody can really cover the educational features of the full range of visual arts. With that in mind and with the logic that there is still a teaching subject, a particular emphasis on the fundamentals of painting is given, as well as in the multifaceted investigation of the material so that students can conquer the technical skills and aesthetic considerations required in order to broaden the horizon of shape building potential. A teaching-painting, detached from its subject not only loses its autonomy and its own power of critique and becomes able to be manipulated. I face the educational teaching as a prorata doctrine, trying to teach something that the student is later required to recreate into something different in accordance with their own given facts.

The integration and study of the natural environment of the surrounding area in the educational process is encouraged by the workshop. In times of natural ‘deduction’, excessive worship of technology, uncritical adoption of a generalized painless and colorless style, dealing with the ‘primary’, ‘natural’ might be able to redefine, to reunite the lost relationship between man and nature and provide new perspectives.

Through presentations, critical reading of artistic works and in a mood of historicity we tried to face the present. Art only in fertile dialogue with the past may reflect the present and envision its future. What we discussed with the students in the workshop was less about what to do, and more whether they could avoid easy solutions, transitory gimmicks, artificial beautifying. How to safeguard their personal truth, while keeping a critical eye at all that surrounds us, especially nowadays where the arts are pushed to the sidelines and settle for a merely secondary accompanying role in our lives.

At a time when the temporary admission and the hunting of a career have replaced the essential artistic discourse and often remain as an artist’s lone pursuit, art, and thus the teaching of it assume the role of preventing a growing reification of art and of life itself. Especially now that everything is translated into quantifiable and measurable terms, art, the teaching of art must preserve what is always removed from it, that which people assume is theirs without owning it. Only then can it express its present creatively, as well as secure its future.

Art as a form of reality, a reality that is supposed to accept everything through a superficial, painless and often shallow multiculturalism, should be highly suspicious and critical of the intentions of its acceptance.

Under conditions of extreme voluntarism, but with great will, in a village, Proti of Florina, and the old primary school of the village, which houses the 2nd Workshop, the first graduates attempted to articulate their first artistic discourse. I believe that the results are particularly encouraging, since each student moved into their own private, separate paths and laid the foundations for their future work. I wish them good continuity and to keep the freshness of their artistic view. They should know that essential art will always be in conflict with the alienated reality and that the artistic road is long and hard, but through it one can build their personality and their relationship with society. If there are some leftover bits of freedom and we are still looking for the true essence of things, then surely the field of art may be both the last resort but also a shining example.

Yiannis Kastritsis, Adjunct Professor, Coordinator of the 2nd Workshop on Painting